Ομόνοια, 25 Οκτωβρίου 2010 ώρα 11 το πρωί. πάνω από τα φρεάτια εξαερισμού του μετρό |
Όταν ήμουν μικρό παιδί ακόμα, είχα δει σ' ένα περιοδικό μια φωτογραφία από τη Νέα Υόρκη. Έδειχνε έναν εξαθλιωμένο άνθρωπο, ξαπλωμένο κάτω στο πεζοδρόμιο, δίπλα σε μια λευκή μαρμάρινη σκάλα και από μπροστά του πέρναγαν άνθρωποι βιαστικοί, με σκυμμένο το κεφάλι και μεγάλο βηματισμό.
Πρέπει να έχουν περάσει πάνω από 50 χρόνια από τότε που είδα τη φωτογραφία αυτή και τη θυμάμαι ακόμα. Με το παιδικό μου μυαλό δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί οι άλλοι άνθρωποι προσπερνούσαν έναν όμοιό τους που βρισκόταν κατάχαμα, προφανώς σε ανάγκη, χωρίς να του δίνουν σημασία...
Πέρασαν τα χρόνια, πάντοτε με την απορία στο μυαλό, μα σήμερα, στην πραγματικότητα της Αθήνας, έχω αρχίσει πια να καταλαβαίνω τα αναπάντητα “γιατί” της παιδικής μου ηλικίας. Εικόνες σαν αυτή που θυμάμαι ή σαν αυτή από την Ομόνοια που δείχνω εδώ, ορίζουν πια την καθημερινότητα του καθενός μας. Δεν συγκινούν. Κανένας δεν νοιώθει απορία στη θέα τους. Πιο πολύ, θα έλεγα, νοιώθουμε τρόμο και ένα σφίξιμο στο στομάχι για επαπειλούμενους κινδύνους...
Είναι φυσικό, ο καθένας μας να αναρωτιέται αν μπορεί πλέον να κάνει κάτι για την κατάσταση αυτή που καταλαμβάνει την μια περιοχή του κέντρου της Αθήνας μετά την άλλη. Λαθρομετανάστες, άστεγοι, ναρκομανείς, σε όλη την κλίμακα της εξαθλίωσης παρελαύνουν μπροστά από τα μάτια μας, χωρίς να μας σοκάρουν ή, έστω, χωρίς να μας σοκάρουν πολύ.
Από κοντά μια στρατιά ζητιάνων, μικροπωλητών, καθαριστές τζαμιών στα φανάρια δεν αφήνουν κανένα περιθώριο σε όποιον κινείται πεζός ή με αυτοκίνητο, να ξεφύγει από το κυνηγητό τους. Και όποιος κάνει το λάθος να κάτσει σε ένα τραπεζάκι να πάρει ένα ποτό, ένα παγωτό, να πει δυο κουβέντες μ' ένα φίλο, θα δεχτεί την “επίθεση” από κάθε λογής κατατρεγμένο: μαραμένες γαρδένιες 3 ευρώ η μία, μαντηλάκια με “όσα θέλεις δώσε”, ναρκομανείς με ταρίφα “έχετε 50 λεπτά;” και ότι άλλο μπορεί να βάλει ο νους.
Το λέω ξεκάθαρα. Κάθε φορά που βγαίνω στο δρόμο νοιώθω σαν κυνηγημένος σε ταινία όπου από κάθε γωνία ξεφυτρώνουν ζόμπι...
Έτσι έχουν τα πράγματα. Και ο φασισμός θεριεύει. Δεν μιλάω για τη Χρυσή Αυγή και τα άλλα φασιστικά μορφώματα. Μιλάω για τον φασισμό που γεννιέται και αυγατίζει πάνω στον τρόμο του φτωχού, την απελπισία του άνεργου, την ενστικτώδη αντίδραση του απειλημένου και οδηγεί στην τυφλή βία του κοινωνικού αυτοματισμού...
Από μιαν άλλη οπτική αποκαλύπτονται πάλι οι σαθρές δομές της ελληνικής κοινωνίας. Δομές πολυνομίας και αλληλοϋπονόμευσης, χωρίς ουσιαστική συνοχή και χωρίς καμία προοπτική. Σχέσεις όπου η υλική εξαθλίωση που έχει ενσκήψει αναρριπίζει τα όποια στολίδια φανερώνοντας την αθλιότητά που κρύβεται από κάτω.
Αυτή η κρίση φαίνεται, όλο και περισσότερο, πως είναι καθολική -οικονομική, κοινωνική, αξιών. Η κοινωνία μας, είναι πια φανερό, δεν διαθέτει ούτε έναν αξιόπιστο θεσμό για να αμυνθεί...
Και ύστερα με ρωτάς γιατί δεν σου γράφω...