Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2011

Οι Έλληνες και οι κληρονομιές τους*




Στο διαδίκτυο γίνεται μεγάλη συζήτηση σχετικά με εμάς τους νεοέλληνες, τη νοοτροπία και την εν γένει ...εντροπία στην οποία έχουμε περιπέσει. Η συζήτηση καταλήγει συχνά σε αφορισμούς σχετικά με τα χαρακτηριστικά του νεοέλληνα που ακολουθούνται από τη σύγκρισή μας με τους ένδοξους προγόνους μας. Κάποιοι αρκούνται να κουνήσουν το κεφάλι τους διαπιστώνοντας τη απόσταση που μας χωρίζει από αυτούς και την κληρονομιά τους ενώ κάποιοι άλλοι νιώθουν την ανάγκη να παροτρύνουν να παραδειγματιστούμε από το λαμπρό παρελθόν και αντλώντας τα αναγκαία εφόδια από αυτό, να βρούμε τη δύναμη να ξεπεράσουμε τη σημερινή, αξιολύπητη, κατάστασή μας. Η κληρονομιά του παρελθόντος συχνά περιγράφεται σαν “βαριά” και “αφόρητη” και η λειτουργία της πάνω στο συλλογικό ασυνείδητο ως “καταλυτική”. Η πιο συνηθισμένη έκφραση που ακούγεται είναι: “αξεπέραστη!”· δεν μπορούμε να την ξεπεράσουμε με τίποτα και είμαστε καταδικασμένοι να ζούμε υπό το βάρος της σκιάς των προγόνων μας. Υπερήφανοι για την κληρονομιά τους αλλά ανίκανοι να τους υπερβούμε.

Όπως και να το δει κανείς, νομίζω ότι η συζήτηση αυτή περιγράφει μια πραγματική μας ανάγκη διότι στην προσπάθεια μας να εντοπίσουμε το στίγμα της ιστορικής μας ταυτότητας, γίνεται κατανοητό ένα βαθύτερο αίτημα κατανόησης των βαθύτερων αιτίων της σημερινής μας κρίσης και αναζήτησης διεξόδου από αυτήν. Θα προσπαθήσω να θίξω μια πτυχή του προβλήματος με τη βοήθεια της γνώμης ενός ειδικού:

Η κληρονομιά είναι κάρμα” λέει λοιπόν ο Arnold Toynbee στο, Οι Έλληνες και οι κληρονομιές τους, (εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1992. Πρώτη έκδοση Oxford University Press, 1981, The Greeks and Their Heritage).

Από την εισαγωγή του βιβλίου ο Βρετανός ιστορικός ορίζει πως το κάρμα “σαν περιουσιακό στοιχείο [...] μπορεί να είναι ένα ενεργητικό είτε ένα παθητικό στοιχείο. Δεν είναι μόνο το ένα ή μόνο το άλλο αμετάτρεπτα: γιατί το κάρμα είναι ένας τρέχων λογαριασμός, στον οποίο προστίθενται πιστώσεις και χρέη”. Στη συνέχεια δίνει την περιγραφή των καταστάσεων που προκύπτουν από την ώρα που αναγνωρίζουμε αυτό το κάρμα, αυτή τη κληρονομιά:

Η αναγνώριση του δικού μας κάρμα μπορεί να μας παρακινήσει να προσπαθήσουμε να το τροποποιήσουμε με επιπρόσθετες πράξεις σε κατευθύνσεις που εμείς επιλέγουμε. Από την άλλη όμως η επίγνωση του κάρμα ενδέχεται να μας πειθαναγκάσει να του επιτρέψουμε παθητικά να ακολουθήσει την πορεία που αυτό διαγράφει. Ίσως το δικό μας κάρμα να μην μας αρέσει, και όμως να νιώθουμε πως είναι υπερβολικά ισχυρό σε σύγκριση με 'μας και δεν έχουμε καμιά απολύτως εξουσία να το μεταβάλλουμε προς το καλύτερο Ή πάλι μπορεί να το εξιδανικεύουμε και επομένως να νιώθουμε πως κάθε προσπάθεια να το μεταβάλλουμε θα ήταν ιεροσυλία”!..

Ως εκ της επιστήμης του ο Toynbee, κάνει παρακάτω μια ενδιαφέρουσα διαπίστωση:

Από τους λαούς που υπάρχουν στο σημερινό κόσμο, τρεις είναι εκείνοι που έχουν τις πιο μακροχρόνιες μνήμες από το παρελθόν τους -οι Κινέζοι, οι Εβραίοι και οι Έλληνες”.

Αφού περιγράψει και αναλύσει τις ομοιότητες μεταξύ των τριών εθνοτήτων, καταλήγει στα ακόλουθα:

Η εμπειρία των σύγχρονων Ελλήνων υπήρξε (...) μοναδική -και μοναδικά ενδιαφέρουσα- από μιαν άλλη άποψη. Η εικόνα που είχαν για το παρελθόν τους ήταν μια διπλή εικόνα. Οι σύγχρονοι Έλληνες είχαν να αφομοιώσουν και το βυζαντινό και το αρχαιοελληνικό παρελθόν, και οι αντιλήψεις των Βυζαντινών και των αρχαίων Ελλήνων δεν είναι μόνο διαφορετικές μεταξύ τους· είναι αντίθετες η μία προς την άλλη”.

Και αναρωτιέται αμέσως μετά:

Οι σύγχρονοι Έλληνες νιώθουν και πράττουν ως κληρονόμοι των Βυζαντινών ή ως κληρονόμοι των αρχαίων Ελλήνων; Και για να θέσουμε το ερώτημα διαφορετικά: διεκδικούν (οι σύγχρονοι Έλληνες) την πνευματική τους ανεξαρτησία και από τα δύο αυτά παρελθόντα, όπως οι αρχαίοι Έλληνες διεκδίκησαν την ανεξαρτησία τους από τους Έλληνες της μυκηναϊκής εποχής;”

Σαν γνώστης της ιστορικής πραγματικότητας, ο Toynbee, διαπιστώνει πως “η διατήρηση του παρελθόντος από τους σύγχρονους Έλληνες δεν είναι ισχυρότερη από εκείνη των σύγχρονων Εβραίων ή των σύγχρονων Κινέζων, αλλά για τους Έλληνες το πρόβλημα υπήρξε περιπλοκότερο...”

Παράθεσα, τα αποσπάσματα αυτά, για δύο λόγους: ο ένας είναι γιατί αναπτύσσει και τεκμηριώνει τη θεωρία πως από την “κληρονομιά” σου δεν απαλλάσσεσαι, είτε το θέλεις είτε όχι ακόμα και αν τη γνωρίζεις ή την αγνοείς για ποικίλους λόγους! Ο δεύτερος λόγος είναι πως περιγράφοντας την ιδιαιτερότητα με την οποία έχει τεθεί το πρόβλημα της κληρονομιάς για εμάς τους Έλληνες, δείχνει ταυτόχρονα και μια κατεύθυνση για την αντιμετώπιση και ίσως ίσως και κάποια λύση. Την κατεύθυνση δηλαδή της “πνευματικής ανεξαρτησίας” από τις κληρονομιές μας...

Τι ακριβώς σημαίνει “πνευματική ανεξαρτησία” από τις κληρονομιές μας και πως μπορούμε να την αποκτήσουμε, όχι μόνον ατομικά αλλά και συλλογικά σαν κοινωνία, είναι θαρρώ μια ενδιαφέρουσα υπόθεση και ένα project άξιο να μας απασχολήσει όλους μας κήνσορες και μη των υποθέσεων μας. 

* Το βιβλίο του Α. Toynbee, Οι Έλληνες και οι κληρονομιές τους, στο οποίο αναφέρομαι και δανείζμαι τον τίτλο, ήταν το κύκνειο άσμα του Βρετανού ιστορικού και ταυτόχρονα η “αυτοκριτική” του προς τους Έλληνες, μιας και στο παρελθόν είχε ταυτιστεί με τη θεωρία του Φαλμεράγιερ σχετικά με τη ρήξη της συνέχειας και την εξαφάνιση από την ιστορία του αρχαίου ελληνικού έθνους.